του κ. Γ.Κ.ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, τ.ΛΥΚΕΙΑΡΧΗ
Η πόλη και η περιοχή της Δράμας κατελήφθησαν από τον εξωμότη Γαζή Εβρενό Μπέη1, ο οποίος καταγόταν από τη Βέροια, το 1373 κατά τον Τούρκο ιστορικό Hadschi Chalfa (αναφορά στο έργο Rumeli und Bosna) ή το 1384 κατά τον Τούρκο περιηγητή Evliya Celebi (Seyahatnamesi, Istabul, τ.5, 1899=βιβλίο περιηγήσεων), ο οποίος περιηγήθηκε την περιοχή μας το έτος 1667.
Η πληροφορία του χατζη-Κάλφα διασταυρώνεται από μαρτυρία σε βρύση του Μοναστηρακίου3, όπου σώζεται μέχρι σήμερα επιγραφή σε αραβική γραφή με χρονολογία 1373.
Οι Τούρκοι εντυπωσιάσθηκαν από την περιοχή μας τόσο λόγω της έκτασης του πεδινού εδάφους, όσο και από τα πολλά νερά, κάτι που εντυπωσιάζει ιδιαιτέρως του Εβλιγιά Τσελεμπή.2
Γρήγορα εγκαθιστούν Τούρκος προς εκμετάλλευση του πλούτου της περιοχής. Η αφθονία των νερών επιτρέπει την άνετη καλλιέργεια δημητριακών, και ιδιαίτερα ρυζιού, που συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στη διατροφή του τουρκικού στρατού, αλλά και των κατοίκων της περιοχής.
Το γεγονός αυτό συμβάλλει στη ραγδαία αύξηση του πληθυσμού, κυρίως αποτελούμενο από Έλληνες, Τούρκους, αλλά και Εβραίους.
Η παρουσία Τούρκων τόσο στην πόλη της Δράμας, όσο και στο νομό (sancak) επιβάλλει τη λύση της έκφρασης του θρησκευτικού συναισθήματος με την ανέγερση τεμενών (cami). Από μια στατιστική έρευνα διαφαίνεται ότι ο πληθυσμός της Δράμας γύρω στο 1830 ανέρχεται σε 13.000 περίπου κατοίκους, από τους οποίους οι 9.000 περίπου είναι Μουσουλμάνοι. 4
Οι Τούρκοι προτιμούν για εγκατάσταση κυρίως την ανατολική πλευρά της πόλης, η οποία αποκαλείται βαρός (varos=προάστιο) λόγω του ξηροτέρου και περισσότερο υγιεινού κλίματος σε σχέση με την άλλη περιοχή, όπου το κλίμα είναι υγρό. Ανάλογη συμπεριφορά παρατηρούμε στα ελληνικά και ρωμαϊκά χρόνια, με προτίμηση δηλαδή για κατοίκηση στην βορειοανατολική πλευρά της πόλης. 5
Ο μεγάλος αριθμός των Τούρκων στην πόλη οδηγεί στην ανέγερση τεμενών. Γύρω στον 17ο αιώνα η πόλη αριθμεί δώδεκα τζαμιά. Ονομαστά είναι του Σουλτάνου Βογιαζίτ, το Μολλά, το Ακ-Μεχμέτ Αγά, το Μπουγιούκ – Τεκέ και το Κιουτσούκ – Τεκέ. 6
Μετά την απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους και Βουλγάρους το 1913 και την ανταλλαγή των πληθυσμών ύστερα από την τραγική Μικρασιατική καταστροφή τα τζαμιά εγκαταλείπονται και ή καταστρέφονται από τον πανδραμάτορα χρόνο ή κατεδαφίζονται ή αλλάζουν χρήση. Αποτέλεσμα αυτών των συγκυριών είναι να διατηρηθούν μέχρι σήμερα τέσσερα μόνα τζαμιά:
α. το Εσκί (=παλιό) Τζαμί, το οποίο μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό μετά το 1923 για να ικανοποιήσει τις λατρευτικές ανάγκες των προσφύγων Ελλήνων χριστιανών. Οι Έλληνες πρόσφυγες δεν ακολούθησαν τη συμπεριφορά των Τούρκων, οι οποίοι μετατρέψανε τους χριστιανικούς ναούς της Μ. Ασίας, του Πόντου και της Αν. Θράκης σε αποθήκες, στάβλους, κέντρα διασκέδασης ή τους κατεδαφίσανε. Διαφορά πολιτισμών! Είχε προηγηθεί διαμάχη μεταξύ τοπικών αρχόντων (Δημάρχου) και Εκκλησίας ως προ τη χρήση του τεμένους. Οι πρώτοι ήθελαν τη χρήση ως χώρου εμπορικού ή θεατρικού, ενώ η δεύτερη ως χώρο λατρείας. Επικράτησε η Εκκλησία. 7
β.Το τζαμί, που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Λ. Λαμπριανίδου, Κων/νου Παλαιολόγου και Μ. Αλεξάνδρου. Το τέμενος επονομαζόταν και Kanli-cami (=τέμενος του αίματος, επειδή εκεί οι Τούρκοι προβαίνανε στο έθιμο της περιτομής (sunet). Λέγεται πως πρόκειται για το Ακ-Μεχμέτ – Αγά Τζαμισί. 8
Μέχρι πρότινος το τέμενος ανήκε στην ιδιοκτησία του εργολάβου Καλογήρου.
Το 1977 χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και η απόφαση δημοσιεύθηκε στο 308/30.3.1977 Φ.Ε.Κ. Έκτοτε περιήλθε στη δικαιοδοσία του Δήμου Δράμας για να μετατραπεί σε εκθεσιακό χώρο Βαλκανίων ζωγράφων.9 Χαρακτηρίσθηκε ως διατηρητέο ιστορικό μνημείο (ΦΕΚ 308/31.3.77 Αριθμ. Αποφάσεως Α/Φ31/2737/347 ΥΠΠΟ).
γ.Το τέμενος, που μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό και ονομάστηκε ναός της Αγίας Τριάδος. Βρίσκεται στη συμβολή των οδών Κόδρου και Γαληνού.
Κατά τον εκλεκτό φίλο και Συγγραφέα Διονύσιο Αναγνωστόπουλο 10 το τέμενος πήρε την ονομασία κουρσούμ τζαμί, για τη γερή κατασκευή του.
Και προσθέτει ο Δ.Α.: «Τις πέτρες τις έφερναν από το βουνό χέρι με χέρι».
Νομίζουμε ότι η ονομασία Κουρσουλού Τζαμί προσιδιάζει περισσότερο στο τέμενος, όπου στεγάζεται ο ναός του Αγίου Νικολάου, αφού οι εννέα Kybbe (=τρούλοι) του (ένας μεγάλος και οκτώ μικροί) είναι καλυμμένοι με kursum (=μόλυβδος). Συνεπώς Κουρσουλού Τζαμί (Kursunlu cami) σημαίνει μολυβένιο τέμενος11, και καλύτερα καλυμμένο με μόλυβδο, κάτι που συμβαίνει μέχρι σήμερα.
δ.Το τέμενος, που βρίσκεται, στη συμβολή των οδών Αγαμέμνονος και Αρμεν.
Το τέμενος περιήλθε στη δικαιοδοσία του Μ. Βεζυρτζόγλου και στέγασε για πολλά χρόνια την εφημερίδα της Δράμας «ΘΑΡΡΟΣ» (εκδόθηκε το 1923), η οποία, δυστυχώς, διέκοψε την έκδοσή της.
Πάντως το σωζόμενο αρχείο της αποτελεί σημαντική πηγή για την ιστορία της Δράμας.
Αν θεωρήσουμε ότι η αναφορά του Εβλιγιά Τζελεμπή στο εν λόγω τέμενος είναι ακριβής, αυτό πρέπει να κτίσθηκε πριν από το 1667, χρονιά κατά την οποία ο Τζελεμπή Εβλιγιά επισκέφθηκε τη Δράμα.
Το τέμενος ανακαινίσθηκε το έτος 1807, όπως διαπιστώνεται από την υπάρχουσα επιγραφή σε αραβική γλώσσα.
Το τέμενος σε σχέση με τα άλλα τρία σωζόμενα έχει τούτο το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Η ΒΔ πλευρά του κοσμείται με τοιχογραφίες, οι οποίες εικονίζουν παραστάσεις πόλεων (κάποιοι μελετητές αναγνώρισαν σημεία της πόλεως Δράμας) και νατουραλιστικές παραστάσεις, ενώ στο υπέρθυρο της εισόδου υπάρχει επιγραφή σε αραβικό αλφάβητο.
Δυστυχώς, οι πιο πάνω παραστάσεις αφέθηκαν στη μανία του παντοκαταλύτη χρόνου με αποτέλεσμα την αλλοίωση και καταστροφή τους. 12 Το υπάρχον σήμερα πρόχειρο στέγαστρο για την προστασία τους όχι μόνο δεν επιτελεί το σκοπό κατασκευής του, αλλά και προσβάλλει βάναυσα την αισθητική του χώρου και του κτίσματος, το οποίο καταρρέει, παρά την ανακήρυξή του ως διατηρητέου μνημείου.
Τι κάνει η πολιτεία;
Μήπως πρέπει σεβασμός περισσότερος στην ιστορία μας;
Προτού συντελεσθεί η ολοσχερής καταστροφή των τοιχογραφικών παραστάσεων, θα μπορούσαν αυτές να αποκολληθούν με το ασβεστοκονίαμα και να μεταφερθούν στο αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης για προστασία.
Η μέθοδος είναι συνήθης. Θέληση και σεβασμός στην ιστορία χρειάζεται. Τα έχουμε; Αλλιώτικα, ας μην παραπονιόμαστε για την υποβάθμιση της πόλης.
Και κάτι τελευταίο.
Ο χώρος του ερειπωμένου κτίσματος έχει μετατραπεί σε ανεπίσημο αφοδευτήριο.
Ακούει κανείς;
Υπάρχει ευαισθησία; Αναμένουμε απάντηση.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.Δες Αποστ. Ε. Βακαλοπούλου, Ιστορία της Μακεδονίας, 1354-1833, Θεσσαλονίκη 1969.
2.Εvliya Celebi, Seyahatnamesi, Istabul, 1899 και Hadschi Chalfa, Rumeli und Bosna, μετ. J. von Hammer, Wien 1812.
3.Κατά πληροφορίες του φίλου Δημοτικού Συμβούλου Ανέστη Τερζή από το Μοναστηράκι Δράμας.
4.Αϊβάζογλου – Δόβα Δέσποινας, Η Δράμα, Δράμα 2002 και Α. Στεφανίδου, Η πόλη – λιμάνι της Καβάλας κατά την τουρκοκρατία, Θεσ/νίκη 1991.
5.Αυτό διαφαίνεται από την προτίμηση κατοίκων των ελληνιστικών χρόνων (δες σχετ. ελληνικός τάφος της οδού Τροίας και κατοικία Δράμαλη).
6.Αϊβάζογλου, ό.π. και Ν.Μοσχοπούλου, Η Ελλάς κατά τον Ε. Τζελεμπή, ΕΕΒΣ, έτος ΙΔ’, Αθήναι 1938.
7.Εφημ. Πρωία, 3 Ιουλίου 1924.
8.Γ. Προκοπίου, Ακ Μεχμέτ Αγά Τζαμισί, περ. ΒΗΜΑΤΑ, Οκτώβριος 1988 (Το περιοδικό εκδόθηκε στη Δράμα για λίγο χρονικό διάστημα από τους Αδελφούς Γρηγοριάδη και τον Λ. Γεωργιάδη).Πριν από μερικά χρόνια ο εκλεκτός φίλος δημοσιογράφος Στέφανος Στολίγκας είχε δημοσιεύσει στον Πρωινό Τύπο άρθρο με τίτλο «Το τζαμί του αίματος».
9.Δυστυχώς, το τέμενος αφέθηκε στη μανία του πανδαμάτορα χρόνου.
10.Δ. Αναγνωστόπουλος, εφ. ΠΡΩΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ, 19.1.1984.
11.Για τη χρήση των τουρκικών όρων συμβουλευτήκαμε τα λεξικά: Παυλάκη Β. Μελιτόπουλου, Λεξικού Τουρκο-Ελληνικού, εν Κωνσταντινουπόλει 1934 και Μενελάου Δημητριάδου, Λεξικού Ελληνο-τουρκικού και Τουρκο-Ελληνικού, Θεσσαλονίκη 1984.
12.Είχε εκπονηθεί πριν μερικά χρόνια μελέτη διάσωσης των τοιχογραφιών. Τι συνέβη και δεν πραγματοποιήθηκε; Τίνος ιδέα ήταν να επιλεγεί το πρόχειρο στέγαστρο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου